Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

ΒΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ή πως φτάσαμε ως εδώ



ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ 1: ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΜΕΝΟΙ:
Καλοκαίρι του 2011. Σαν φαντάρος στην Κομοτηνή σε κάθε έξοδο ακούω και διαβάζω για τους “Αγανακτισμένους” το κίνημα που απειλεί να ανατρέψει το σάπιο πολιτικό κατεστημένο. Αρχικά δε με προβληματίζει, ίσα ίσα με χαροποιεί η τάση του κόσμου για αυτο-οργάνωση, για άμεση συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων, για αλληλεγγύη... Αλλά η εκτροπή δεν αργεί: το πλήθος γύρω από τη Βουλή απειλεί να μπει μέσα, βιαιοπραγεί και δέχεται βία από τα ΜΑΤ που περικυκλώνουν το Κοινοβούλιο, προπηλακίζει όσους βουλευτές βλέπει, σταματά διερχόμενους οδηγούς και τους υποχρεώνει να μουντζώνουν τη Βουλή κλπ, καθόλου δημοκρατικά και φιλάνθρωπα όλα αυτά, αν τουλάχιστον εξακολουθεί η δημοκρατία στη σκέψη μας να συνυφαίνεται αξεδιάλυτα με την προσωπική ελευθερία και το σεβασμό στην ετερότητα και την ποικιλομορφία.
Φάνηκε τότε πως στο κίνημα της πλατείας μαζί με τα δημοκρατικά λουλούδια φύτρωσαν και ανδρώθηκαν πολύ πιο γρήγορα τα άνθη της βίας. Αλλά η καρποφορία αυτή μόλις είχε αρχίσει να χύνει το δηλητήριό της στην ήδη πληγωμένη χώρα μας.

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ 2: ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ
Λίγες μέρες πιο πριν ή λίγο αργότερα ένας σχετικά μετριοπαθής πολιτικός και ένας από τους λίγους έντιμους παλαιοκομματικούς, που ποτέ δεν προκάλεσε όπως άλλοι το κοινό αίσθημα, ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής Απ. Κακλαμάνης, βρέθηκε θύμα προπηλακισμών και ύβρεων. Χαρακτηριστική η εικόνα του να καταδιώκεται από το πλήθος που του “σέρνει” τα μύρια όσα. Παρά το πρωτοφανές αυτό γεγονός ο πολιτικός κόσμος για μία φορά ακόμα αντιδρά υποτονικά, με εκφράσεις αποδοκιμασίας και “κατανόησης” της οργής του κόσμου από τα αστικά κόμματα, και υπενθύμιση του πως “τρομοκρατία είναι και η καπιταλιστική πολιτική” από πλευράς της Αριστεράς. Κάτι δηλ. σαν “το παρατράβηξαν τα παιδιά λίγο αλλά δεν παύουν να έχουν δίκαιο”.

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ 3: ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ:
Ο Κακλαμάνης όμως υπήρξε τυχερός, πέρα από την πληγωμένη περηφάνια δεν είχε να ανησυχεί και ένα ματωμένο κεφάλι. Ούτε ο Κ. Χατζηδάκης πίστευε πως θα έπρεπε να φροντίσει για κάτι τέτοιο, μέχρι που μία ομάδα “αγανακτισμένων πολιτών” τον περικύκλωσε και άρχισε να του παραθέτει ο καθένας τα βάσανά του και τις αιτίες του θυμού με τους πολιτικούς. Αλλά αυτά δε φτάνουν, όταν το πλήθος αρχίζει να χρησιμοποιεί λεκτική βία η σωματική είναι κοντά, τόσο κοντά όσο εξαντλείται η ψυχραιμία του πρώτου θερμοκέφαλου της παρέας. Μετά το πρώτο χτύπημα, όταν γίνει το πρώτο βήμα προς την άβυσσο τίποτα δεν μπορεί να κρατήσει την ορμή του πλήθους, την ασυγκράτητη δίψα για αίμα και βία. Αυτή η δίψα εκτονώθηκε πάνω στον Χατζηδάκη. Η πορεία από τα λόγια στα έργα και η έκταση αυτών των έργων θα έπρεπε να πτοήσουν και να παραδειγματίσουν τόσο την Αριστερά όσο και τα άλλα κόμματα πως η αντίδραση του κόσμου αλλάζει όχι πλέον ποσοτικά αλλά ποιοτικά, πως η οργή από λόγια εύκολα πλέον γίνεται γροθιά. Κανείς δεν το είδε. Η αποδοκιμασία προς τη βία με εκείνο το υπέροχο συμψηφιστικό “από όπου και να προέρχεται” κάλυψε στα μάτια της κοινωνίας μας την αδιαφορία και την έλλειψη συλλήψεων.

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ 4: ΚΚΕ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ
Ως τώρα η βία -σωματική εννοώ γιατί η λεκτική εξαπλώνεται ελεύθερα -είχε παραμείνει χάρη στις προσπάθειες των ΜΑΤ εκτός κοινοβουλίου. Ήρθε όμως μέσα όχι από το παράθυρο αλλά από την πόρτα, μαζί με τους βουλευτές όχι του ΛΑ.Ο.Σ. (του τότε πιο ακροδεξιού) αλλά από του βουλευτές του κόμματος που πιο πολύ εν Ελλάδι υπέφερε από τη βία: του ΚΚΕ....
Ακόμα θα μου μείνει στο μυαλό η εικόνα του στελέχους του ΚΚΕ να φωνάζει “Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους” την ίδια στιγμή που καιγόταν η Αθήνα, που ιστορικά κτήρια καταστρεφόταν οριστικά δίπλα σε καταστήματα χιλιοχτυπημένα από την ίδια συμφορά που στη χώρα μας ακούει στο όνομα “διαδήλωση” καταστρέφοντας και παραποιώντας το νόημά τους. Στην ίδια ιστορική αυτή συνεδρίαση ένα έτερο μέλος του ίδιου κόμματος πέταξε (!) το βιβλίο στο οποίο είχε συρραφεί το Μνημόνιο προς τα κυβερνητικά έδρανα. Και όμως: συμπεριφορά που στα δικαστήρια ή σε κάθε άλλη δημόσια συνεδρίαση θα προκαλούσε την τιμωρία του υπευθύνου στην περίπτωση του ΚΚΕ δεν προκάλεσε καμία αντίδραση, και για όποιον τολμούσε να αντιδράσει τα επίθετα “φασίστας” και “ακροδεξιός” βρισκόταν ήδη στη φαρέτρα των συνειδητών υπερασπιστών των λεκτικών ακροτήτων-παρά την απτή απόδειξη του πόσο κοντά είναι η έκρηξη. Οι τελευταίοι δεν είχαν ακόμα συνειδητοποιήσει που οδηγούσε η ανοχή τέτοιας ατμόσφαιρας, σε τι ολισθηρό κατήφορο βίας θα κατέληγε η χώρα.

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ 5 ΠΛΕΟΝ ΤΡΑΓΙΚΟ: MARFIN
Τα γεγονότα στη Βουλή επισκιάστηκαν ξανά από τα γεγονότα στο δρόμο, στο πεζοδρόμιο που τόσοι νέοι έχουν αγωνιστεί ρομαντικά και απέλπιδα και τόσοι παράγοντες τους έχουν εκμεταλλευτεί με πολύ πρακτικά οφέλη και χωρίς καμία ντροπή. Την ημέρα εκείνη -ντρέπομαι που ούτε εγώ θυμάμαι ημερομηνία -η Αθήνα ήταν ξανά γεμάτη διαδηλώσεις. Αλλά κάποιοι δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν (και τα δύο δικαιώματά τους-σωστά;) να συμμετάσχουν. Μεταξύ αυτών και τρεις απλοί υπάλληλοι της Marfin Bank. Δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν, αδιάφορο. Φαίνεται όμως πως σε κάποιους δεν άρεσε που δε συμμετείχαν σε δημοκρατικές διαδηλώσεις. Και έτσι, εν γνώσει ότι η Τράπεζα είχε μέσα κόσμο που δούλευε. έριξαν σε αυτή μολότοφ. Και λαμπάδιασαν τα πάντα. Και τρεις άνθρωποι και ένα αγέννητο παιδί βρήκαν τέλος στις φλόγες. Δεν είναι ειρωνικό, στο όνομα μίας από τις ευγενέστερες ιδέες της ανθρωπότητας, της δημοκρατίας, να δολοφονούνται (ας μην παίζουμε με τις λέξεις, ναι ήταν δολοφονία) άνθρωποι; Να παραβιάζεται η ελευθερία τους να μη συμμετάσχουν κάπου;

Όσο και αν είναι αναπόφευκτο να μιλήσει κανείς για περιστατικά που αναστάτωσαν τη χώρα και κόστισαν ανθρώπινες ζωές χωρίς να φορτιστεί συναισθηματικά η ανάλυση τέτοιων φαινομένων βίας πρέπει να γίνεται με προσοχή και λογική, χωρίς φορτίσεις και συμπάθειες ή αντιπάθειες προς πολιτικούς χώρους. Η λογική αυτή υπαγορεύει πιστεύω το πρώτο συμπέρασμα, και βασικό για την συναγωγή και των υπολοίπων: η βία σε τέτοια πρωτοφανή κλίμακα και συχνότητα από το 1974 δεν μπορεί παρά να επιδρά πλέον στο συλλογικό μας υποσυνείδητο σαν κοινωνία, κατά δύο τρόπους μάλιστα, πρώτα με θετική αποτύπωση στις ψυχές και έπειτα ως αντίδραση.
Πρώτα ως δράση και αυτοτελής αποτύπωση στο συλλογικό υποσυνείδητο. Ο κόσμος, ο λαός πίστεψε πως η βία έχει αποτέλεσμα, πως ασκεί πίεση -τη μόνη που του απέμεινε -στους πολιτικούς.
Αλλά η βία θεωρήθηκε και σαν λύση σε πολλά ατομικά προβλήματα, όχι μόνο συλλογικά. Τα οικονομικά προβλήματα αντιμετωπίζονται με τη βία, είτε την οργανωμένη σε ληστεία είτε τη μαζική με τον επί ώρες και μέρες αποκλεισμό δρόμων, πλατειών κτλ για την ικανοποίηση του ταξικού οικονομικού συμφέροντος. Σε κάθε περίπτωση όμως η βία εξακολουθούσε να έχει στόχους στενούς και περιορισμένους, στα πλαίσια είτε του ατομικού είτε το πολύ του ταξικού συμφέροντος, στόχους που από τη φύση τους αντιβαίνουν στο συλλογικό κοινωνικό συμφέρον.
Αλλά η αντίδραση στη λεκτική βία ήταν που τελικά θα ξεχείλιζε το ποτήρι. Η λεκτική βία ήταν από το 1974 -ίσως και πιο πριν-κυρίαρχο πεδίο και όπλο της Αριστεράς. Οι μορφωμένοι που κατά κανόνα στελέχωναν τις τάξεις της με το άλλοθι που συστηματικά και με δεξιά ανοχή οικοδόμησαν πάνω στις τύψεις για την ήττα στον Εμφύλιο κυριαρχούσαν στο διάλογο τρομοκρατώντας σε κάθε συζήτηση τους απέναντι. Η ηγεσία της Δεξιάς ειδικά με την έκλειψη των ιστορικών ηγετών της απλά οπισθοχωρούσε έντρομη, φοβούμενη την κατηγορία του φασίστα και του δεξιού, αγνοώντας την λαϊκή της βάσης. Ώσπου ένα κομμάτι της τελευταίας -το πιο αγανακτισμένο με αυτή την κατάσταση-εγκατέλειψε τις μετριοπαθείς εκδοχές προς όφελος των άκρων που φάνηκαν ικανά να αντισταθούν σε αυτή τη λαίλαπα. Όταν οι λεκτικές ακροβασίες του ΛΑ.Ο.Σ. αποδείχτηκαν ανίσχυρες με τη σειρά τους, η Αριστερά πίστεψε πως είχε οριστικά κερδίσει.
Το πρόβλημα είναι πως όταν στριμώχνεις ένα αντίπαλο αυτός τότε γίνεται πράγματι επικίνδυνος. Η αποκηρυγμένη δεξιά άκρη απογοητευμένη ξανά συνασπίστηκε με όσους θέλανε να στείλουν ένα μήνυμα βίας στους πολιτικούς των κομμάτων εξουσίας και με τους κατοίκους του παρατημένου στη μοίρα του αθηναϊκού κέντρου. Μίλησε κανείς για παρθενογένεση ή για ανεξήγητο φαινόμενο; Η Χρυσή Αυγή έτσι δημιουργήθηκε: από τους τρεις αυτούς εκρηκτικούς παράγοντες.
Η συνέχεια ήρθε επί της οθόνης-τόσο με το γνωστό “εγέρθητω” όσο και με τα τηλεοπτικά χαστούκια. Η Αριστερά και τα αστικά κόμματα επέλεξαν σαν μέσο αντιπαράθεσης τη λεκτική βία, στην πιο ακραία της μορφή που φλέρταρε επικίνδυνα με τη σωματική βία. Κάποιος θα κατέληγε να περάσει τη γραμμή πιεζόμενος από την κατάσταση. Η Χρυσή Αυγή λόγω εμπειρίας τη διάβηκε πρώτη... και ουαί τοις ηττημένοις...